Παρασκευή 21 Αυγούστου 2015

Ιστορία της εξελικτικής σκέψης

Πηγή
Αρχαιότητα
Έλληνες

Οι Έλληνες φιλόσοφοι εξέτασαν ιδέες που περιλάμβαναν μορφές οργανικής εξέλιξης. Ο Αναξίμανδρος (περ. 610-546 π.Χ.) πρότεινε την ιδέα ότι η ζωή είχε αναπτυχθεί αρχικά στη θάλασσα και ότι μόνο αργότερα μετακινήθηκε στη στεριά, ενώ ο Εμπεδοκλής (περ. 490-430 π.Χ) έγραψε για μια μη μεταφυσική καταγωγή των έμβιων όντων.[1] Ο Εμπεδοκλής πρότεινε ότι η προσαρμογή δεν απαιτούσε οργανωτή ή τελικό αίτιο. Ο Αριστοτέλης συνόψισε αυτή την ιδέα: «Από οπουδήποτε προέκυψαν όλα αυτά τα μέρη, προέκυψαν όπως ακριβώς θα ήταν αν είχαν προκύψει για κάποιον σκοπό, αυτά τα όντα επέζησαν καθώς οργανώθηκαν αυτόματα με κατάλληλο τρόπο. Ενώ αυτά που μεγάλωσαν αλλιώς εξαφανίστηκαν και εξακολουθούν να εξαφανίζονται…». Ο ίδιος ο Αριστοτέλης, ωστόσο, απέρριπτε αυτή τη θεώρηση.[2]
Ο Πλάτων (αριστερά) και ο Αριστοτέλης (δεξιά), λεπτομέρεια από τον πίνακα Η Σχολή των Αθηνών.

Ο Πλάτων (περ. 428-348 π.Χ) ήταν, σύμφωνα με τον ιστορικό και βιολόγο Ερνστ Μάιρ (Ernst W. Mayr), ο «μεγάλος αντιήρωας της εξέλιξης»,[3] καθώς θεμελίωσε τη φιλοσοφία της ουσιοκρατίας, την οποία αποκαλούσε Θεωρία των Μορφών. Σύμφωνα με την πλατωνική θεωρία, τα παρατηρούμενα αντικείμενα στο πραγματικό κόσμο είναι ανακλάσεις περιορισμένου αριθμού ουσιών. Η ποικιλία είναι απλώς το αποτέλεσμα ατελών αντικατοπτρισμών αυτών των σταθερών ουσιών. Στον Τίμαιο, ο Πλάτωνας έθεσε την ιδέα του δημιουργού του κόσμου και των πάντων εντός αυτού, γιατί όντας καλός, και συνεπώς «… χωρίς φθόνο, επιθυμούσε όλα τα όντα να είναι σαν Αυτόν όπως μπορούσαν να είναι». Ο δημιουργός δημιούργησε όλες τις δυνατές μορφές ζωής, καθώς «… χωρίς αυτές το σύμπαν θα ήταν ατελές, καθώς δεν θα περιείχε κάθε είδος ζώου που θα όφειλε να περιέχει, αν επρόκειτο να είναι τέλειο». Αυτή η ιδέα, ότι όλες οι μορφές ζωής είναι αναγκαίες για την τέλεια δημιουργία, αποκαλείται αρχή της πληρότητας, και επηρέασε πολύ τη χριστιανική σκέψη.[4]

Ο Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.), ένας από τους αρχαίους φιλόσοφους που άσκησαν μεγάλη επιρροή, είναι ο πρωιμότερος φυσικός ιστορικός του οποίου το έργο διατηρήθηκε λεπτομερώς. Τα γραπτά του στη βιολογία ήταν αποτέλεσμα της έρευνάς του στη φυσική ιστορία της περιοχής της Λέσβου, και επιβίωσαν σε τέσσερα βιβλία, Περί ψυχής, Περί τα Ζώα Ιστορίαι, Περί Ζώων Γενέσεως και Περί ζώων μορίων. Τα έργα του Αριστοτέλη περιέχουν αξιοσημείωτες οξείς παρατηρήσεις και ερμηνείες, μαζί με διάφορους μύθους και λάθη — που αντικατοπτρίζουν την άνιση κατάσταση της γνώσης στην εποχή του.[5] Εντούτοις, σύμφωνα με τον Τσαρλς Σίνγκερ, «τίποτα δεν είναι πιο αξιοσημείωτο από τις προσπάθειες του Αριστοτέλη να εκθέσει τις σχέσεις των ζωντανών οργανισμών ως μία scala naturæ».[5] Αυτή η scala naturae που περιγράφεται στο Περί των ζώων ιστορίαι, καταχωρούσε τους οργανισμούς σε μία ιεραρχική κλίμακα ή αλυσίδα της ύπαρξης, τοποθετώντας τους ανάλογα με την πολυπλοκότητα της δομής και της λειτουργίας τους, σχετικά με οργανισμούς που έδειχναν μεγαλύτερη ζωτικότητα και ικανότητα κίνησης που περιγράφονταν ως ανώτεροι οργανισμοί.[4]
Κινέζοι

Ιδέες πάνω στην εξέλιξη εκφράστηκαν από αρχαίους Κινέζους στοχαστές όπως ο Τζουάνγκ Τσι (Zhuāng Zǐ), ταοϊστής φιλόσοφος που έζησε περί τον 4ο αιώνα π.Χ. Σύμφωνα με τον Τζόζεφ Νίνταμ (Joseph Needham), ο ταοϊσμός αρνείται ρητά τη σταθερότητα των βιολογικών οντοτήτων, και οι ταοϊστές φιλόσοφοι υπέθεσαν ότι τα είδη ανέπτυξαν διαφορετικά χαρακτηριστικά ως αντίδραση σε διαφορετικά περιβάλλοντα.[6] Οι άνθρωποι, η φύση και οι ουρανοί θεωρούνται ότι υπάρχουν σε μία κατάσταση διαρκούς μετασχηματισμού, γνωστή ως Τάο, εν αντιθέσει με την τυπική στατική αντίληψη της φύσης της Δυτικής σκέψης.[7]
Ρωμαίοι

Ο Τίτος Λουκρήτιος Κάρος (απεβ. 50 π.Χ.), Ρωμαίος φιλόσοφος και ατομικός, έγραψε το ποίημα De rerum natura ("Περί της φύσεως των πραγμάτων") το οποίο παρέχει την καλύτερη εξήγηση των ιδεών των επικούρειων φιλοσόφων. Περιγράφει την ανάπτυξη του σύμπαντος, της Γης, των ζωντανών όντων και της ανθρώπινης κοινωνίας μέσα από καθαρά φυσικούς μηχανισμούς, χωρίς καμία αναφορά σε μεταφυσική ανάμιξη. Το De rerum natura επηρέασε τις κοσμολογικές και εξελικτικές υποθέσεις φιλοσόφων και επιστημόνων κατά τη διάρκεια και μετά την Αναγέννησης.[8][9]