Παρασκευή 21 Αυγούστου 2015

Ο ξεχωριστός αρχαϊκός ναός του Απόλλωνα στην Καρδίτσα


Πηγή

Ο καλύτερα διατηρημένος αρχαίος μνημειακός ναός σε όλη τη Θεσσαλία είναι ο αρχαϊκός ναός του Aπόλλωνα, αποτελώντας πηγή πληροφόρησης, όχι μόνο για την ιστορία και τις λατρευτικές πρακτικές της περιοχής, αλλά και για την εξέλιξη της τεχνικής στους τομείς της αρχιτεκτονικής και της πλαστικής.

Αυτά αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο επίτιμος διευθυτής της ΛΔ' Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, Λεωνίδας Χατζηαγγελάκης, σύμφωνα με νεότερα στοιχεία για τις εργασίες ανάδειξης και τις εκδηλώσεις.

Ο αρχαϊκός ναός του Απόλλωνα βρίσκεται στο Δημοτικό Διαμέρισμα Μοσχάτου, στη θέση «Λιανοκόκκαλα», 12 χιλ. δυτικά της Καρδίτσας και περίπου 2 χιλ. δυτικά του σύγχρονου οικισμού της Μητρόπολης. Όπως δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Χατζηαγγελάκης, οι ανασκαφές άρχισαν, σε ένα πλάτωμα νότια της κοίτης του Λαπαρδά ή Γαβρία ποταμού, το 1994 με αφορμή κάποιες λαθρανασκαφές.

Οι ανασκαφικές έρευνες, που έγιναν από τον αρχαιολόγο Χαράλαμπο Ιντζεσίλογλου, έφεραν στο φως έναν εκατόμπεδο περίπτερο δωρικό ναό με εσωτερική κιονοστοιχία. Ο προσανατολισμός του ναού είναι από τα ανατολικά προς τα δυτικά και έχει διαστάσεις 31,00 Χ 13,75 μ.

Ο ναός χρονολογείται λίγο πριν τα μέσα του 6ου αι. π.Χ. με βάση το λατρευτικό χάλκινο άγαλμα, αλλά και από τον τύπου των δωρικών κιονοκράνων και ήταν αφιερωμένος στον θεό Απόλλωνα, σύμφωνα με ενεπίγραφη αναθηματική στήλη που βρέθηκε μέσα στο σηκό.

Ο ναός διέθετε πέντε κίονες δωρικού ρυθμού στις στενές πλευρές και έντεκα στις μακρές. Για τους κίονες του πτερού έχει χρησιμοποιηθεί μαλακός ψαμμόλιθος φαιού χρώματος από την περιοχή. Σημαντικά, για την ιστορία του μνημείου αλλά και την ιστορία της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής, είναι τα δωρικά κιονόκρανα του πτερού, εξηγεί ο αρχαιολόγος.

Ο εχίνος τους φέρει κυκλικά ανάγλυφη διακόσμηση από επαναλαμβανόμενα μοτίβα κλειστών και ανοιχτών ανθέων λωτού. Τα κιονόκρανα παρουσιάζουν μορφολογικές διαφορές, τόσο ως προς το προφίλ του εχίνου, όσο και ως προς την επεξεργασία της ανάγλυφης διακόσμησης σε αυτόν.

Αυτό το σπάνιο χαρακτηριστικό του ναού συναντάται, επίσης, στον αρχαιότερο ναό της Ήρας στην Ποσειδωνία της Kάτω Iταλίας.

Οι διαφορές των κιονοκράνων πιθανώς να δηλώνουν ότι ο ναός αρχικά είχε κατασκευαστεί με ξύλινους κίονες στο πτερό, οι οποίοι σταδιακά αντικαταστάθηκαν με λίθινους.

Σύμφωνα με τον κ. Χατζηαγγελάκη, ο σηκός, που έχει διαστάσεις 8,50 Χ 24,00 μ., ήταν κτισμένος με ορθοστάτες από τον ίδιο μαλακό ψαμμόλιθο που έχουν κατασκευαστεί οι κίονες του πτερού και πάνω από αυτούς με ωμές πλίθρες.

Εσωτερικά ο σηκός διέθετε στον άξονά του σειρά από πέντε ξύλινους κίονες ή πεσσούς, όπως δηλώνουν οι σωζόμενες λίθινες βάσεις και μία παραστάδα στο μέσον του δυτικού τοίχου.

Μπροστά από τον τρίτο κίονα και σε επαφή με αυτόν υπάρχει βάθρο ορθογώνιας κάτοψης, προοριζόμενο για τα λατρευτικά αγάλματα του ναού. Πεσμένο σε αυτό βρέθηκε, σε δύο μέρη, το χάλκινο λατρευτικό άγαλμα του Απόλλωνα στον τύπο του οπλίτη.

Σε μία δεύτερη οικοδομική φάση φαίνεται πως διαμορφώθηκε άδυτο με την προσθήκη ενός εγκάρσιου τοίχου από πλιθιά στη θέση του πέμπτου από την είσοδο εσωτερικού κίονα.

Κατά τον ανασκαφέα Χαρ. Ιντζεσίλογλου, με την ίδια οικοδομική φάση θα πρέπει να συσχετιστούν η επέκταση του μήκους του βάθρου και η κατασκευή κτιστού θρανίου στην εσωτερική παρειά του βόρειου τοίχου του σηκού και στα ανατολικά του τοίχου του αδύτου.

Κατά τις ανασκαφές δεν βρέθηκε κανένα λίθινο αρχιτεκτονικό μέλος που θα μπορούσε να αποδοθεί σε επιστύλιο ή τρίγλυφα και μετόπες, έτσι θεωρείται ότι ο θριγκός του ναού ήταν ξύλινος.

Ο ναός, σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, διέθετε δίριχτη στέγη, που σχημάτιζε αετώματα στις στενές πλευρές του, με ξυλοδεσιά εσωτερικά και πήλινα κεραμίδια. Tα κεραμίδια ήταν κορινθιακού τύπου και στις μακρές πλευρές κατέληγαν σε ακροκέραμα τριγωνικής μορφής με ανάγλυφη διακόσμηση.

Οι ηγεμόνες καλυπτήρες της στέγης έφεραν γραπτά ανάγλυφα άνθη και βλαστούς. Στις στενές πλευρές ο ναός διέθετε αετώματα, που πιθανώς έφεραν πήλινες γλυπτές συνθέσεις.

Πάνω από τα αετώματα υπήρχε διακοσμημένη με χρώματα σίμη και γείσο, ενώ πιθανή είναι και η ύπαρξη ακρωτηρίων, τουλάχιστον στην κεντρική γωνία των αετωμάτων. Όπως διευκρινίζεται, φαίνεται πως σίμη υπήρχε μόνο στα αετώματα, ενώ τα πρόσωπα της σίμης, των γείσων και κορυφαίων κεράμων διακοσμούνταν με γραπτά γεωμετρικά μοτίβα.

Aπό τα ακρωτήρια της στέγης σώθηκε μεγάλο τμήμα μίας πήλινης προτομής ίππου που αποτελούσε, μάλλον, το κεντρικό ακρωτήριο του ανατολικού αετώματος.

Στα κινητά αντικείμενα, σύμφωνα με τον επίτιμο αρχαιολόγο, περιλαμβάνονται πήλινα αγγεία και ειδώλια, πήλινο κιβωτίδιο, αγγείο για τα υγρά των χοών, τμήματα χάλκινου αγάλματος, αλλά και το πιο σημαντικό, το καλοδιατηρημένο ακέραιο χάλκινο άγαλμα μίας ανδρικής μορφής που απεικονίζεται με τη μορφή ενός οπλίτη, το οποίο εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Καρδίτσας.

Το άγαλμα φέρει κράνος στο κεφάλι, θώρακα στο στήθος, περιβραχιόνια και περιπήχια στα χέρια και περικνημίδες στα πόδια.

Παρ' όλο που δεν σώζονται τα αντικείμενα που κρατούσε στα χέρια είναι πολύ πιθανό ότι κρατούσε στο δεξί χέρι δόρυ και στο αριστερό κλαδί δάφνης.

Ο συγκεκριμένος τύπος του οπλίτη ήταν το λατρευτικό άγαλμα του Απόλλωνα και η ταύτισή του με τη θεϊκή μορφή του θεού επιβεβαιώθηκε από το κείμενο μίας ενεπίγραφης αναθηματικής στήλης που βρέθηκε σε κομμάτια στο εσωτερικό του ναού.

Ο ναός καταστράφηκε από πυρκαγιά τον 2ο αι. π.Χ σύμφωνα με κινητά ευρήματα στο στρώμα καταστροφής. Στη μακραίωνη ζωή του, ο ναός φαίνεται ότι δέχτηκε επισκευές και μετατροπές, όπως αντικατάσταση ξύλινων στοιχειών με λίθινα, διαμόρφωση του εσωτερικού του σηκού και αντικατάσταση κεραμιδιών.

Ο κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος καταλαμβάνει έκταση 18,5 στρεμμάτων, ύστερα από απαλλοτρίωση υπέρ του υπουργείου Πολιτισμού.

Η πρόσβαση στον ναό γίνεται από τα νότια μέσω αγροτικής οδού, πλάτους τεσσάρων μέτρων, που αρχίζει από την επαρχιακή οδό Μητρόπολης-Μοσχάτου. Ο ναός είναι στεγασμένος με μεταλλικό στέγαστρο προστασίας, το οποίο καλύπτει μία έκταση 735 τ.μ.

Ο αρχαιολογικός χώρος και ο αρχαϊκός ναός είναι επισκέψιμοι. Για την ανάδειξη του αρχαϊκού ναού του Απόλλωνα, καταλήγει ο κ. Χατζηαγγελάκης, έχουν γίνει ήπιες επεμβάσεις ενταγμένες στο φυσικό τοπίο που εξασφαλίζουν τη λειτουργικότητα ενός οργανωμένου αρχαιολογικού χώρου. Δημιουργήθηκαν φυλάκιο και εγκαταστάσεις εισόδου και εξυπηρέτησης του κοινού.

Ακόμη περίφραξη, διαμόρφωση διαδρομών επίσκεψης και εγκατάσταση στεγάστρου εκπαιδευτικών προγραμμάτων.

Στον χώρο διενεργούνται ξεναγήσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα και ποικίλες εκδηλώσεις από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Καρδίτσας, όπως, για παράδειγμα, η ετήσια εκδήλωση για το αυγουστιάτικο φεγγάρι.